Ευαγγελία Χ.Λιάπη
Τετάρτη 29 Φεβρουαρίου 2012
Μάρτης ή Μαρτιά
Ευαγγελία Χ.Λιάπη
Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2012
Η Κυρά Σαρακοστή
που’ ναι έθιμο παλιό
οι γιαγιάδες μας την φτιάχναν
με αλεύρι και νερό.
Για στολίδι της φορούσαν
στο κεφάλι ένα σταυρό
μα το στόμα της ξεχνούσαν
γιατί νήστευε καιρό.
Και τις μέρες τις μετρούσαν
με τα πόδια της τα επτά
κόβαν ένα τη βδομάδα
μέχρι να ‘ρθει η Πασχαλιά».
Με τη φιγούρα της κυράς Σαρακοστής οι παλαιότεροι είχαν βρει έναν όμορφο τρόπο να έχουν πλήρη αντίληψη του χρόνου που θα διαρκούσε η νηστεία.
Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2012
Έθιμα της Καθαράς Δευτέρας στη Λήμνο
Ευαγγελία Χ.Λιάπη
Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2012
Το θυμάρι της Λήμνου
Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2012
Κίστος ή λαδανιά
Ευαγγελία Χ.Λιάπη
[1]Η επιστημονική του ονομασία είναι Cistus Creticus .Ο Θεόφραστος το αναφέρει ως «Κίσθος ο άρρην» κι ο Διοσκουρίδης ως «Κίσθαρον ή Κίσσαρον».
[2] Η ρητίνη του φυτού (λάβδανο) χρησιμοποιήθηκε παλαιότερα ως φάρμακο για να αντιμετωπιστεί η πανώλη.
Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2012
Το υπέρβαρο κι η Λήμνος
Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2012
Έθιμα της Αποκριάς στη Λήμνο
Τριώδιο αποκαλείται η περίοδος του έτους που προηγείται του εορτασμού της Αναστάσεως. Η κινητή[1] περίοδος του Τριωδίου που ορίζεται από το πότε θα πέσει το Πάσχα, αρχίζει την Κυριακή του Τελώνη & Φαρισαίου και τελειώνει το Μέγα Σάββατο. Ονομάστηκε Τριώδιο από το λειτουργικό εκκλησιαστικό βιβλίο που χρησιμοποιείται τις ημέρες αυτές. Η περίοδος του Τριωδίου περιλαμβάνει δέκα Κυριακές. Οι τρεις πρώτες Κυριακές αποτελούν τα προπύλαια της Μεγάλης Σαρακοστής. Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου, Κυριακή του Ασώτου και Κυριακή της Απόκρεω.
Η περίοδος των Αποκριών ήταν περίοδος ευθυμίας και διασκέδασης. Πριν τη Μεγάλη Σαρακοστή[2] οι Λημνιοί ήθελαν να διασκεδάσουν και να προετοιμαστούν για την μεγάλη νηστεία που θα ακολουθούσε. Τα παλαιότερα χρόνια στο νησί αποκαλούσαν την πρώτη εβδομάδα του Τριωδίου, «Προφωνή»[3]. Επειδή ένας ντελάλης συνήθιζε να ενημερώνει τους κατοίκους ότι εισέρχονταν στην περίοδο της Αποκριάς.Τη δεύτερη βδομάδα, οι Λήμνιοι την αποκαλούσαν «Ολόκριγια ή Κρεατινή» επειδή δεν νήστευαν από κρέας (κρίγια) Τετάρτη και Παρασκευή[4].Την τρίτη εβδομάδα την αποκαλούσαν «Τυρινή». Την Τυρινή κατανάλωναν κυρίως τυροκομικά προϊόντα για να ενδυναμώσουν και να είναι έτοιμοι για τη μεγάλη νηστεία της Σαρακοστής που θα ακολουθούσε.
Το πρώτο Ψυχοσάββατο ήταν αφιερωμένο τους αγαπημένους τους ανθρώπους, αυτούς που είχαν φύγει από τη ζωή. Έπρεπε λοιπόν οι νοικοκυρές να ετοιμάσουν τα κόλλυβα αλλά και το κολλυβόζουμο[5], να τα πάνε στην εκκλησία μαζί μ’ ένα πρόσφορο που είχαν ζυμώσει και ψήσει και αφού τα διάβαζε ο ιερέας να τα μοιράσουν «για να σ’χωρεθούν τα πεθαμένα». Παλαιότερα έπρεπε να κάνουν κόλλυβα για τους νεκρούς και τα τρία Ψυχοσάββατα. Με την πάροδο του χρόνου όμως το έθιμο περιορίστηκε μόνο στο πρώτο Ψυχοσάββατο.
Πίστευαν ότι τα τρία Ψυχοσάββατα[6]το Κρεατινό, το Τυρινό και το πρώτο της Μεγάλης Σαρακοστής) δεν έπρεπε να λουστούν αλλά ούτε και να ασχοληθούν με τον αργαλειό. Την Τσικνοπέμπτη, οι Λήμνιες νοικοκυρές έφτιαχναν σπιτίσια μακαρόνια τις «Βαλάνες».(Γ.Μέγας)Έσφαζαν συνήθως και μια κότα με την οποία τσίκνιζαν ή έψηναν παστό χοιρινό. Συνήθιζαν να μαζεύονταν παρέες στα σπίτια και να διασκεδάζουνε. Τα νυχτέρια της περιόδου της Αποκριάς άλλαζαν χαρακτήρα και μεταμορφώνονταν σε βεγγέρες.Τις Αποκριές, οι Λημνιές κρατούσαν σειρά για το ποια θα πρωτοψήσει στο φούρνο της γειτονιάς. Μοσχομύριζαν οι μαχαλάδες από τις τυρόπιτες, τις γαλατόπιτες και τις κολοκυθόπιτες. Τα εδέσματα γενικότερα στα τραπέζια ήταν πλούσια και το κρασί άφθονο.
Κατά τις βεγγέρες οι Λημνιοί συνάζονταν στα σπίτια φίλων και συγγενών κι έπαιζαν διάφορα παιχνίδια όπως ήταν η κολοκυθιά, η μπερλίνα, τα τυφλοπάνια, το άλογο, η παπαδιά, η αμπάρα, η γουρτζάλλα, το ξύλο το γαμάρ’.(Γ.Μέγας,1950) αλλά και η μπουκάλα. Ένα άλλο παιχνίδι των ημερών ήταν κι ο « ξομολόγος». Συνήθως η ποινή ήταν το «μουτζούρωμα», με την κάπνα από το τηγάνι. Στη Σκανδάλη, «την Αποκριά έζευαν τους σκύλους με μικρό αλέτρι, το φκιάναν με ξύλα, είδος αλέτρι μικρό, ζευγήτες μικρές, να βαστούν το κεφάλι του σκύλου. Ένας τους τραβούσε και κατόπιν τους λαλούσε. Ένας άλλος από μπροστά μ’ένα τροβά στην πλάτη έσπερνεν αντίς για σπόρο στάχτη. Η στάχτη πήγαινε στα μάτια του κόσμου, γελούσαν, γινόταν χάβρα».[7]Την Αποκριά μεταμφιεζόντουσαν, μασκαρεύονταν. Στόχος να μην αναγνωριστούν αλλά και να προκαλέσουν το γέλιο. Φορούσαν ότι ρούχα έβρισκαν. Τα φορούσαν ανάποδα. Παλιά και φαρδιά ρούχα ενώ κάλυπταν το πρόσωπο για να μην τους αναγνωρίζουν. Κάλυπταν το πρόσωπο με μουτζούρες, μαντήλια. Φορούσαν προβιές ζώων, κουδούνια, κρατούσαν ξύλα , μπαστούνια, μαγκούρες κι έκαναν με παντομίμα αστείες κινήσεις προκαλώντας τους άλλους να μαντέψουν την ταυτότητα τους.Όταν αποκαλύπτονταν η ταυτότητα των μασκαράδων άρχιζε το τραγούδι και ο χορός.
Την Κυριακή της Τυρινής φρόντιζαν να πάει όλη η οικογένεια στον Εσπερινό για να συγχωρεθούν. Στη συνέχεια ακολουθούσε γλέντι.Εκείνο το βράδυ στο τραπέζι η οικογένεια έπαιζε και το «παιχνίδι με το αυγό».Επειδή έπρεπε «με αυγό να κλείσει το στόμα το βράδυ της Αποκριάς και με αυγό να ανοίξει πάλι το βράδυ της Ανάστασης». Σύμφωνα με το έθιμο όλη η οικογένεια καθόταν γύρω από το τραπέζι και ο μεγαλύτερος, συνήθως ο πατέρας, είχε δέσει σε μια κλωστή που κρεμόταν από το ταβάνι, ένα βραστό αυγό. Τα μέλη της οικογένειας προσπαθούσαν με το στόμα χωρίς να χρησιμοποιήσουν καθόλου τα χέρια τους, να πιάσουν και να δαγκώσουν το αυγό. Όποιος τα κατάφερνε το θεωρούσαν τυχερό. Η όλη διαδικασία προκαλούσε τα γέλια και τα πειράγματα.
«Στη Φυσίνη της Λήμνου, την Απόκρια (και την
Καθαρή Δευτέρα) μερικοί μουτζουρώνονται και ζεύονται στ’ αλέτρι κ’ ένας άλλος
με τη βουκέντρα τους λαλεί. Μπροστά ένας άλλος σπέρνει δήθεν σπόρο - ρίχνει
στάχτη, χώμα».[8].Την Καθαρά
Δευτέρα γιόρταζαν στην εξοχή τα κούλουμα, με σαρακοστιανά, αλάδωτα και
προετοιμάζονταν για τα Θεία Πάθη που θα ακολουθούσαν.
Ευαγγελία Χ.Λιάπη
[1] Η περίοδος του Τριωδίου είναι κινητή γιατί συνδέεται με το Πάσχα που είναι κινητή εορτή.
[2] Την περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής δεν γίνονταν γάμοι, χοροί, πανηγύρια. Οι γυναίκες απέφευγαν ακόμα και να στολιστούν.
[3] «Προφωνούμαι σοι, πτωχέ, το σακίν σου πώλησον, την εορτή διάβασον», δηλαδή σύμφωνα με τη βυζαντινή παροιμία παραγγέλλεται στο φτωχό να πουλήσει ακόμα και το σακάκι του για να εξοικονομήσει τα απαραίτητα για τις Αποκριές.
[4] «Γιατί δε νηστεύουμ’ Τετάρτη και Παρασκευή αυτή τη βδομάδα».
[5] Το κολλυβόζουμο το έκαναν για να γλυκάνουν τις ψυχές των πεθαμένων. Πίστευαν ότι αυτοί την περίοδο του έτους οι ψυχές είχαν ανέβει στον επάνω κόσμο και ήθελαν να τις φροντίσουν.
[6] "Ανάθεμα που δούλευε τα τρία τα Σαββάτα,
το Κρεατινό, το Τυρινό, τ' αγίου Θεοδώρου!"
[7] Γ.Μέγας(1950)
[8] Γ.Μέγας(1950)
ΠΟΛΙΟΧΝΗ,η ιστορία της ανασκαφής
Oι Ιταλοί, οι οποίοι είχαν γαλουχηθεί με τους στίχους του εθνικού τους ποιητή του Βιργιλίου, είχαν συνδέσει το μακρινό παρελθόν τους με την Ανατολή. Η στήλη των Καμινίων με το ελληνικό αλφάβητο και την άγνωστη γλώσσα τους κίνησε το επιστημονικό ενδιαφέρον τους.
Ο Della Seta θεώρησε ότι είχε βρει στα ερείπια της Ηφαιστείας, την τυρρηνική νεκρόπολη και θεώρησε ότι η ύπαρξη των τεσσάρων νέων επιγραφών επιβεβαίωνε το γεγονός της μόνιμης εγκατάστασης στο νησί των Τυρρηνών-Ετρούσκων. Έπρεπε λοιπόν να συλλέξει περισσότερα στοιχεία και στράφηκε ξανά προς τα Καμίνια, εκεί όπου είχε βρεθεί η επιτύμβια στήλη.
Αρχηγός της ιταλικής αποστολής ήταν ο Alessandro della Seta[8] ενώ στις ανασκαφές εκτός από τον Goffredo Ricci[9], Giacomo Caputo, συμμετείχαν και άλλοι φοιτητές ανάμεσα τους και ο Bernabo Brea[10].
O Della Seta θεωρώντας την έρευνα στη Πολιόχνη[11] αρχικά ασήμαντη[12], δεν πολυασχολήθηκε με τις ανασκαφές αλλά είχε στρέψει την προσοχή του εξ ολοκλήρου στην Ηφαιστεία.
Ο Mussolini μεσουρανούσε και η πολιτική ιδεολογία που πρέσβευε ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με την συγκεκριμένη ανασκαφή.
Ύστερα από πολλές περιπέτειες και περιπλανήσεις θα καταφέρει να φτάσει στη Ρώμη για να γίνει ο γενάρχης των Ιταλών.
Το φασιστικό όμως καθεστώς του Mussolini δεν το ενδιέφερε η εξ Ανατολάς προέλευση του γένους των Ιταλών. Yπήρχε όμως και ένα σημαντικότερο πρόβλημα για το καθεστώς του Mussolini.
Το 1939 η ιταλική κυβέρνηση εφαρμόζοντας ένα ρατσιστικό νόμο του 1938, έπαψε τον Alessandro Della Seta των καθηκόντων του, ως διευθυντή της Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής της Αθήνας.
Τα χρόνια της γερμανικής κατοχής οι Γερμανοί χρησιμοποίησαν το οίκημα της αποστολής για την διαμονή τους. Η μεγαλύτερη όμως καταστροφή έγινε μετά το 1945, με την απελευθέρωση.
Οι ντόπιοι, κάτοικοι των Καμινίων, φτωχοί και αμαθείς όρμησαν και στην κυριολεξία λεηλάτησαν τα κτίρια.
Αρκεί να σημειωθεί ότι ακόμα και τις τζακόπετρες (τις πέτρες με τις οποίες είχε κατασκευαστεί το τζάκι ) τις ξήλωσαν και τις πήραν στα σπίτια τους.
Τα ευρήματα της α’φάσης είχαν μείνει εκτεθειμένα στον ήλιο, στον άνεμο και την βροχή για 15 χρόνια.
Επιπλέον οι χωρικοί και τα ζώα είχαν ανακατέψει τις ξερολιθιές, γκρεμίζοντας πολλές φορές τα τείχη.
Επικρατούσε χάος στον αρχαιολογικό χώρο της Πολιόχνης που έμοιαζε περισσότερο με νταμάρι παρά με αρχαιολογικό χώρο.
Το οίκημα και κατάλυμα της αποστολής ήταν ερείπια. Το μόνο που είχε απομείνει ήταν κάποιοι μισογκρεμισμένοι τοίχοι.
Οι ίδιοι διέμεναν σε ένα δίπατο σπίτι με μεγάλη αυλή κοντά στην πλατεία του χωριού, στην οικία Γαβρούδη.
Θέλοντας να καθαρίσει την ήδη ανασκαμμένη περιοχή (είχε μεσολαβήσει ο χειμώνας με τις βροχές και τους δυνατούς αέρηδες), ζήτησε από τους ντόπιους εργάτες που η αποστολή χρησιμοποιούσε να ξεχορταριάσουν και να καθαρίσουν το έδαφος.
Ένας εργάτης ο Νικόλαος Ζωναράς χτύπησε με την αξίνα του στη ρίζα ενός μικρού θάμνου για να το βγάλει και έσπασε ένα μικρό πήλινο αγγείο που ήταν κρυμμένο στο έδαφος, κοντά στη βάση ενός πίθου, για να χυθεί έξω και να αποκαλυφθεί ο θησαυρός(τέλος Κίτρινης Περιόδου).
Οι ιδιοκτήτες του θησαυρού, τον είχαν κρύψει κάτω από το πάτωμα του μεγάρου, δίπλα στη βάση ενός μεγάλου πίθου, για να τον διαφυλάξουν. Η βίαιη και ξαφνική όμως καταστροφή δεν τους επέτρεψε να γυρίσουν και να τον πάρουν. Έτσι για αιώνες έμενε καλά κρυμμένος και προφυλαγμένος. Η πρώτη εντύπωση του Brea ήταν ότι ο θησαυρός ήταν μέρος του θησαυρού της ωραίας Ελένης.[17]
Η Πολιόχνη, η άγνωστη προϊστορική πόλη της Λήμνου και της Ελλάδας, η Πολιόχνη που δεν είχε την τύχη να την τραγουδήσει ο Όμηρος και να την εξερευνήσει ο Σλήμαν, μετά από τόσα χρόνια σιωπής, είχε αποφασίσει να του μιλήσει και να του αποκαλύψει τα μυστικά της.
Ο έμπειρος αρχαιολόγος αναγνώρισε στα ευρήματα του θησαυρού ομοιότητες με τον θησαυρό που ο Σλήμαν είχε βρει αρκετά χρόνια πριν στην Τροία.
Ο Bernabo Brea μελέτησε τα ευρήματα της Πολιόχνης και τα συμπεράσματα τα δημοσίευσε σε ένα δίτομο έργο με τον τίτλο: «Poliochni,citta preistorica nell’isola di Lemno» vol.I 1964 & II 1974 το οποίο εκδόθηκε στη Ρώμη.
Ο θησαυρός της Πολιόχνης, όπως και η Στήλη των Καμινίων, τα σημαντικότερα ευρήματα της περιοχής για λόγους ασφαλείας έμειναν στην Αθήνα, στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Οι κάτοικοι έπαψαν να την αποκαλούν πια Πολιόχνη και την αποκαλούσαν χαϊδευτικά «Ιταλικά», ενθυμούμενοι τις ένδοξες και κοσμοπολίτικες μέρες που γνώρισε η περιοχή, λόγω της παρουσίας των Ιταλών αρχαιολόγων.
O καθηγητής Santo Tine’ ανέλαβε να προσδιορίσει την πραγματική λειτουργία των τειχών που περιέκλειαν τον οικισμό.
Ο εχθρός της πόλης της Πολιόχης ήταν σύμφωνα με τον καθηγητή Santo Tine’, ο χείμαρρος Αυλάκι.
Οι κάτοικοι είχαν οχυρώσει την πόλη με τείχη για να προστατευτούν κυρίως από την υπερεκχείλιση του ποταμού κατά τους χειμερινούς μήνες και τις κατολισθήσεις.
Ευαγγελία Χ.Λιάπη