Πότε ακριβώς επισκέφτηκα για πρώτη φορά τη Λήμνο δεν το θυμάμαι. Για την ακρίβεια η πρώτη μου ανάμνηση από το νησί είναι στην ηλικία των τεσσάρων ετών. Τότε που αμήχανα απαντούσα στην αδιάκριτη και συνεχή ερώτηση, εσύ κοριτσάκι ποιανού είσαι, ότι είμαι του μπαμπά και της μαμάς μου.Η Λήμνος ήταν ένας προορισμός παράξενος και μαγικός, γεμάτος από καλές νεράιδες, κακιές μάγισσες, δράκους και πρίγκιπες. Αφουγκραζόμενη το παρελθόν θυμάμαι πόσο πολύ με εντυπωσίαζαν τότε οι πέτρες που υπήρχαν στις μάντρες και στα σπίτια με την κιτρινωπή απόχρωση, μαρτυρία του άχρονου χρόνου. Οι δρόμοι στο χωριό ήταν πλακόστρωτοι. Κρήνες υπήρχαν διάσπαρτες στις διάφορες γειτονιές καθώς και ποτίστρες για τα ζώα. Πετρόχτιστα πηγάδια στόλιζαν την εξοχή.Τα σπίτια διέθεταν βοηθητικούς χώρους στους οποίους κυριαρχούσαν τα αμπάρια για τους καρπούς και στα ξύλινα πατώματα το καλοκαίρι υπήρχαν καρπούζια και πεπόνια διαφόρων ποικιλιών και μεγεθών. Η γειτονιά καθημερινά μύριζε φρεσκοψημένο ψωμί. Στα παιδιά μας πρόσφεραν οι νοικοκυρές κλίκια τα οποία ήταν εξαιρετικά νόστιμα όπως και τα παξιμάδια. Αυτή τη γεύση συχνά την αναπολώ καθώς ήταν πασπαλισμένα με μπόλικη αγάπη. Η μεγάλη όμως πλανεύτρα της Λήμνου ήταν η θάλασσα. Πόσα παιχνίδια με τα κύματα. Η παραλία ήταν γεμάτη από πορφύρες και πολύχρωμα κοχύλια.Ο αέρας μύριζε λυγαριά, ακονιζιά, φλισκούνι και άγρια μέντα και τα μελτέμια ταξίδευαν τα αρώματα αυτά με τη συνοδεία της αρμύρας στο χωριό.Τα ξωκλήσια, απλά και ταπεινά όπως και οι ψυχές των ανθρώπων εκείνης της εποχής. Μιας κοπής ανθρώπων ξεχωριστής. Άνθρωποι του μόχθου και της βιοπάλης.Ο ένας θέριζε, αλώνιζε, τρυγούσε κι άλλοι, οι φίλοι, οι συγγενείς πήγαιναν για να τον βοηθήσουν. Τα χρόνια πέρασαν. Τα χωριά άδειασαν. Οι άνθρωποι μεταλλάχτηκαν όπως και η κοινωνία μας. Γιατί τα σκέφτομαι όλα αυτά; Σε ένα κόσμο που μεταλλάσσεται βίαια κι ανεπάντεχα και που πια δεν διαθέτει καμιά ψυχική σταθερή θεωρώ ευλογία το σκηνικό που κάποτε συντρόφευσε τα παιδικά μου παραμύθια.
Ευαγγελία X.Λιάπη
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου