Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η συνέντευξη του Αντώνη Διαματάρη στο ιστολόγιο Κοκκινόβραχος




Η δική σας Λήμνος κ. Διαματάρη  ποια είναι;
«Κατά αρχή γεννήθηκα εδώ, στο σπίτι  αυτό  και πήγα σε αυτό το σχολείο απέναντι. Είμασταν αρκετά παιδιά τότε, τώρα είναι νομίζω  λίγα παιδιά συγκριτικά.
Για μένα το Θάνος, η Λήμνος είναι ιερά μέρη. Με την έννοια ότι αισθάνομαι ότι εδώ είναι οι ρίζες μου κι  εδώ είναι το καταφύγιο μου επίσης. Πραγματικά, να τώρα αυτή τη βδομάδα, είμαι χωρίς να το ξέρουν πολλοί άνθρωποι, γιατί βέβαια στη Λήμνο δεν μιλάω ούτε πολιτικά, ούτε για τη δουλειά μου.
Είμαι  ένας άγνωστος μεταξύ αγνώστων.Εδώ γεμίζω τις μπαταρίες μου, εδώ πραγματικά, αισθάνομαι ότι βρίσκω τον εαυτό μου, ότι ξεκουράζομαι.
Κλείνω τα μάτια μου  στη θάλασσα κάτω απ’ το Θάνος και ξέρω, ακόμα θυμάμαι τις πέτρες που είναι το κάθε τι, το κάθε πράγμα.
Είναι το μέρος που με εκφράζει περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο.
Είναι λιγάκι περίεργο αυτό που λέω κι ίσως να μην το καταλαβαίνετε κ. Λιάπη σε όλη την έκταση διότι εγώ λείπω από τη Λήμνο από τότε που ήμουν 18 ετών. Αρκετά χρόνια.
Έχω πάρα πολλές εμπειρίες στη Νέα Υόρκη. Εκεί μεγάλωσα, εκεί πήγα στο Πανεπιστήμιο, εκεί δούλεψα, εκεί δημιουργήθηκα, εκεί  έχω οικογένεια, έχω  παιδιά.
Παρόλα αυτά η Λήμνος, το Θάνος και η Ελλάδα είναι η ταυτότητα μου, είναι αυτός που είμαι και κυρίως είναι  οι άνθρωποι εδώ τριγύρω. Βλέπετε εδώ από κάτω που είναι οι  κυριούλες, είναι η λεγόμενη βουλή.
Αντιλαμβάνονται  ποιος είστε;
Δε νομίζω, δεν υπάρχει και νόημα κι ούτε πρόκειται να τους μιλήσω για το τι κάνω και τα σχετικά. Αλλά κάθομαι καμμιά φορά εδώ πάνω και τις βλέπω κι αν με βλέπουν θα νομίζουν ότι είμαι λίγο περίεργος κι ότι ίσως προσπαθώ να ακούσω τι λένε. Δεν είναι αυτό. Είναι, ... με όλες αυτές, θυμάμαι πάρα πολλές, συγκεκριμένες στιγμές καθώς μεγάλωνα. Με τη Φανούλα, με την Ελισάβετ. Λοιπόν, είναι ιερό μέρος.
Αν σας έλεγε κάποιος να μείνετε εδώ, να επιστρέψετε στη Λήμνο θα μπορούσατε;
Δεν θα μπορούσα. Θα μπορούσα να έμενα στην Αθήνα, θα μπορούσα για διαστήματα εντάξει αν υπήρχε κάτι πολύ σημαντικό που θα έπρεπε να κάνω.
Αλλά για μένα βασικά οι επαγγελματικές μου ρίζες, ο κόσμος για τον οποίο αγωνίζομαι πλέον, ο κόσμος τον οποίο αγαπώ, πραγματικά αγαπώ, τιμώ και σέβομαι είναι οι Ομογενείς. Οι άνθρωποι  αυτοί, που φύγαμε από τα χωριά μας κυρίως γιατί όπως λέω κανείς δεν φεύγει από το Κολωνάκι.
Φεύγει το καλό δυναμικό;
Το καλό, το φιλόδοξο, το ικανό. Αυτοί οι άνθρωποι οι οποίοι πίστευαν ότι τους έπνιγε η Ελλάδα και δεν μπορούσαν να δημιουργήσουν κάτι ουσιαστικό, δυναμικό.
Το κάλεσμα το δικό μου είναι πλέον στον Ελληνισμό της Αμερικής και του Καναδά. Εκεί μεγάλωσα, αυτοί μου έδωσαν τα φτερά να πετάξω, αυτούς καταλαβαίνω πολύ περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, αυτούς πραγματικά αγαπώ με όλη μου την καρδιά. Δεν με ενδιαφέρει αν είναι πλούσιοι, οι φτωχοί.
Ξέρω τον πόνο τους, την αγωνιά τους, τα προβλήματα τους, τον αγώνα τους να κρατήσουν τα παιδιά τους ελληνόπουλα που είναι αδύνατον να το καταλάβει κανείς. Τον αγώνα που έκανε κι η γυναίκα μου για να μπορούν τα παιδιά μου  όχι μόνο να μιλάνε σαν κι εμάς που μιλάνε αλλά και να αισθάνονται.
Η καρδιά του ελληνισμού είναι η Ομογένεια αλλά η Ελλάδα ερημώνει καθώς ο κόσμος της φεύγει.
Φεύγει ο κόσμος. Από μια μεριά είναι αρνητικό για τη χώρα και δεν συμφέρει  καμμιά χώρα να φεύγει μια γενιά και μάλιστα οι ικανοί και φιλόδοξοι. Από την άλλη μεριά ξέρετε δεν χάνετε η προσφορά προς την Ελλάδα.
Ο καθένας από αυτούς θα ΄ρθει η ώρα (να προσφέρει).Ίσως χρειαστεί να περάσουν χρόνια. Απαιτούνται πολλά χρόνια για να δημιουργηθεί κανείς. Κι εγώ στην αρχή θυμάμαι όταν πήγαινα στο πανεπιστήμιο ήθελα να γίνω  Αμερικανός. Ήθελα να μπω μες την κοινωνία. Να μάθω αγγλικά γιατί πίστευα ότι θα ακολουθήσω καριέρα σε κάποια αμερικάνικη εταιρεία. Άρα λοιπόν, δεν με ενδιέφερε τόσο πολύ οι εφημερίδες, οι ελληνικοί χοροί, ο σύλλογος των Λημνιών, ξέρω εγώ. Παίρνει καιρό για να ενταχτείς μέσα.
Να καταλάβει κανείς ότι αυτό που έχουμε δεν πρέπει να χαθεί. Κι είναι πάρα πολύ σημαντικό αυτό που έχουμε. Δεν είμαστε μια τυχαία ράτσα. Είμαστε ένας πάρα πολύ σημαντικός λαός. Κοιτάξτε πίσω στην ιστορία. Αφήστε τι γίνεται τώρα. Αυτό είναι μια στιγμιαία ιστορικά συγκυρία. Κοιτάξτε πίσω στην ιστορία του ελληνισμού κ.Λιάπη. Είμαστε ένα πολύ σημαντικό έθνος και δεν πρέπει να το ξεχνάμε ποτέ. Για αυτό και δεν πρέπει να καθόμαστε με σταυρωμένα τα χέρια και  να δεχόμαστε τη μοίρα μας όπως έρχεται. Πρέπει συνεχώς να προσπαθούμε να δικαιώνουμε τους προγόνους και να δημιουργούμε τη βάση για το  μέλλον, για τα παιδιά, για το νέο κόσμο. Άρα λοιπόν ο ελληνισμός δεν είναι κάτι το αμελητέο, δεν είναι χωρίς ιστορία, χωρίς παράδοση, χωρίς πολιτισμό.
Έρχονται εκατομμύρια τουρίστες που πάνε στην Ακρόπολη. Οι μορφωμένοι άνθρωποι ανά τον κόσμο γνωρίζουν τον ελληνικό πολιτισμό και τον Αισχύλο. Τους μελετούν ουσιαστικά και πραγματικά και σε βάθος. Δεν το βλέπουν επιπόλαια. Εμείς το παίρνουμε: Α! δικοί μας είναι, δεν βαριέσαι. Έχουμε ακούσει για τον Αριστοτέλη μερικές φορές. Αυτοί κάθονται και τα διαβάζουν.
Δεν υπάρχει μορφωμένος άνθρωπος σήμερα στη γη που να μην  γνωρίζει καλά τους αρχαίους. Είναι η βάση της σκέψης, της λογικής, της φιλοσοφίας, τα πάντα. Κι είναι η βάση μας. Δεν έχει ξεπεραστεί ακόμα.
Είστε σήμερα ένας από τους σημαντικότερους Λημνιούς (με διακόπτει)
Δεν ξέρω. Ξέρω ότι από εδώ ξεκίνησαν όλα κι εδώ ερχόμαστε. Βλέπετε μια κυρία απέναντι, (μου δείχνει τη μητέρα του που τρυφερά μας παρακολουθεί), ιερό πρόσωπο. Το θέμα είναι να προσπαθεί κανείς. Λογικά, εμείς που γεννηθήκαμε σε χωριά και δεν είχαμε τη δυνατότητα, χάσαμε πολλά χρόνια και εντέλει τι μάθαμε στο σχολείο; Τι μάθαμε; (γελάει)
Κάνατε με τα πόδια τη διαδρομή Θάνος-Μύρινα (4 χιλιόμετρα);
Α! πως νομίζεις πως πηγαίναμε στο σχολείο κ. Λιάπη; Πηγαίναμε το πρωί με τα πόδια στο σχολείο. Αυτό με βοήθησε πολύ σε θέματα υγείας γιατί γυμναζόμουν μια χαρά. Γυρνούσαμε πίσω το μεσημέρι βέβαια και πολλές φορές το απόγευμα επειδή είχαμε κάποιο μάθημα ή επειδή όταν μεγαλώσαμε κάναμε παρέες πηγαίναμε και ξαναρχόμαστε.
Στο επετειακό αφιέρωμα για τα 100 χρόνια του Εθνικού Κήρυκα αναφέρεστε σε δυο άτομα από τη Λήμνο εκτός της οικογένειας που είναι σημαντικά για τη ζωή σας.
Δυο  άτομα. Ο ένας είναι, λεγόταν Γιώργος Ερημάκης τότε, ο οποίος ήταν αριστούχος του Γυμνασίου, αν και δεν διάβαζε ιδιαίτερα πολύ. Πέρα που ήταν αριστούχος ήταν ένας χαρακτήρας ανθρώπου σπάνιος για την ηθική του, για τη γενικότερη συμπεριφορά του παρά το γεγονός ότι η οικογένεια του, οι Ερημάκηδες ήταν σπουδαία οικογένεια. Αυτός με βοήθησε πάρα πολύ. Αδελφικός φίλος. Είμασταν σαν αδέλφια. Τελικά εγώ έφυγα για Αμερική, αυτός πήγε να σπουδάσει. Φυσικομαθηματικός έγινε. Τελικά έγινε καλόγερος. Μου στοίχισε πάρα πολύ. Ήρθα να τον δω.
Είναι από τους ανθρώπους που ακόμα και τώρα μου δυναμώνει την αίσθηση και το πιστεύω ότι εξακολουθούν και υπάρχουν έντιμοι κληρικοί οι οποίοι πιστεύουν απόλυτα. Δεν έχει καμμιά αμφιβολία ο πατήρ Φώτιος. Στο Ευαγγέλιο, η κάθε λέξη είναι ιερή. Την είπε ο Χριστός. Κι έχει απάντηση σε κάθε ερώτηση που έχετε να του θέσετε.
Είχα έρθει αν κι ήμουν φοιτητής τότε και δεν είχα χρήματα. Προσπαθούσα να τον μεταπείσω από εγωιστικούς λόγους γιατί έχανα το φίλο μου. Αλλά είχε σε κάθε ερώτηση που είχα και μια απάντηση. Εξακολουθεί και είναι πάρα πολύ καλός φίλος. Εξακολουθούμε και μιλάμε συχνά. Εξακολουθώ και πηγαίνω στο Άγιο Όρος και τον βλέπω. Ασφαλώς και βλέπω τη μητέρα του. Διότι κι η μητέρα του με βοήθησε παρά πολύ. Πως; Πήγαινα σπίτι τους συχνά. Έτρωγα μαζί τους, ήμουν μέλος της οικογένειας.
Ο άλλος σημαντικός άνθρωπος πέρα από την οικογένεια μου ήταν ο Νίκος Τριανταφυλλόπουλος. Ο Τριανταφυλλόπουλος ήταν φιλόλογος είχε υπηρετήσει στην Κύπρο έξι χρόνια πριν να έρθει στη Λήμνο. Μας πήρε όταν είμασταν 12 χρονών. Κάναμε μάθημα  σε ένα υπόγειο στο Γυμνάσιο μάλιστα  όλο το χειμώνα έσταζε από πάνω. Έλεγε διάφορα κυπριακά για να γελάσουμε.
Αλλά πέρα από αυτό ο Τριανταφυλλόπουλος πέρα από τα μαθήματα ήταν πάρα πολύ καλός καθηγητής. Είναι ο τελικός μεταφραστής και μελετητής του Παπαδιαμάντη κι αυτό δεν είναι τυχαίο.
Ο Τριανταφυλλόπουλος πέρα από τα αρχαία, τα νέα και τα λατινικά κάναμε και λατινικά τότε μας μιλούσε και για γενικότερα θέματα. Μας διάβαζε σε μεταφράσεις τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα κλπ. Επίσης τότε ήταν χούντα κι εγώ ήμουν πάντα πολιτικοποιημένος. Πάντα μου άρεσε η πολιτική πάντα άκουγα ραδιόφωνο. Τι γινόταν στην Αθήνα. Έκανε μια φιλολογική βραδιά την έλεγε. Μερικές κοπέλες κι εγώ με τον Ερημάκη τον Γιώργο, τον σημερινό πατέρα Φώτιο πηγαίναμε. Κινδύνευσε να εκδιωχθεί ακόμα και να πάει και φυλακή γιατί μας εξήγησε τι σήμαινε χούντα.
Ο Τριανταφυλλόπουλος ήταν δεξιός. Η οικογένεια του ήταν δεξιά. Ο πατέρας του ήταν Γυμνασιάρχης στη Χαλκίδα. Η πράξη αυτή με δίδαξε κάτι που εφαρμόζω και τώρα στη δουλειά μου ότι έχουμε χρέος, υποχρέωση να λέμε τα πράγματα όπως είναι.
Έστω κι αν πληρώσουμε κάποιο τίμημα.Μπορεί κάποιος αναγνώστης να διαφωνήσει μαζί μου και να σταματήσει τη συνδρομή του για παράδειγμα.
Για αυτό ξεχωρίζει ο Εθνικός Κήρυκας γιατί έχει άποψη.
Γιατί αισθάνομαι ότι έχω το χρέος. Πολλά από αυτά οφείλονται στο Νίκο Δ. Τριανταφυλλόπουλο. Ήταν ο άνθρωπος στον οποίο επαναλαμβάνω οφείλω  τεράστια ευγνωμοσύνη γιατί άνοιξε ορίζοντες γιατί μας μίλησε για ποίηση, μας μίλησε για τι εστί ελληνισμός, για τι εστί Έλληνας, για το τι εστί χριστιανοσύνη.
Και τώρα πήγα πριν από λίγο καιρό και τον είδα και του είπα πώς να σας ευχαριστήσω;
 «Όλα αυτά είναι του Θεού». «Tου Θεού Αντώνη» μου λέει. Αυτός θα μπορούσε να είναι απ΄τους Άγιους αλήθεια σας μιλάω. Το παράδειγμα αυτού του ανθρώπου είναι συγκινητικό και κάτω από μεγάλο κίνδυνο, τη θυμάστε τη χούντα κ.Λιάπη , ήταν σοβαρά πράγματα τότε. Η κόρη του στρατιωτικού διοικητή της Λήμνου επί χούντας ήταν στην τάξη σίγουρα θα πήγε στο σπίτι να τα πει στο μπαμπά της.
Η τάξη, εκτός από τον Ερημάκη,  οι συμμαθητές, οι Λημνιοί;
Είμαι ακόμα σε επαφή με μερικούς απ’ αυτούς όχι με όλους. Προχθές ήμουν με τον Αλέκο τον Τσουκαλά.
Οι συμμαθητές αντιλαμβάνονται ποιος είστε;
Αυτοί που είναι στην Αμερική, ναι. Πέρυσι είμασταν στο Λευκό Οίκο η οικογένεια μου με τον Ομπάμα. Είναι συγκλονιστική εμπειρία το να είσαι σε ιδιαίτερη ακρόαση με τον Πρόεδρο. Είναι ο Λευκός Οίκος. Σε συγκλονίζει. Είναι το περιβάλλον, η ατμόσφαιρα, είναι η Ιστορία.
Με ρωτούσε ο Ομπάμα: «Πως έφτασες μέχρι εδώ»
«Εσύ πως έφτασες μέχρι εδώ» του λέω. Μετά ρωτάει το γιο μου «τι θα κάνεις θα πας στην εφημερίδα;» «Μπορεί» του λέει ο γιος μου που είναι 23 χρονών «αλλά μπορεί και να πάρω  τη θέση σου».
«Ε Μεν, αν εγώ από το Σικάγο γιος μιας οικογένειας διαλυμένης, φτωχός, αν εγώ τα κατάφερα, πολύ περισσότερο εσύ που είσαι κι από το Λονγκ Αϊλαντ.Δεν μπορείς να φανταστείς που μπορείς να φτάσεις».
Κανείς δεν σκέφτεται νομίζω τι έχει πετύχει, τουλάχιστον εγώ δεν θα  το ήθελα αυτό. Αυτό που θέλω να σκέφτομαι είναι τι έχω προσφέρει και τι θα μπορούσα  να προσφέρω ακόμα. Πόσο πολύτιμος  είναι ο χρόνος μου.
Πόσους ανθρώπους ακόμα μπορώ να ακουμπήσω, να βοηθήσω. Ακόμα κι αυτούς τους τύπους που είναι στην Αθήνα.
Τους βλέπω και προσπαθώ με το δικό μου τρόπο να τους πω «τι δουλειά έχετε με τον Μαδούρο, τι σχέση, τι δουλειά έχει ένας Έλληνας με το Μαδούρο»; (Γελάει)
Όλων μας ο χρόνος στη γη είναι περιορισμένος. Άρα τι κάνουμε; Πρέπει να κάνουμε το καλό. Κρινόμαστε από τη συμπεριφορά μας στους ταπεινούς και στις μειονότητες. Εκεί είναι που κρινόμαστε. Να είναι κανείς ευχάριστος σε ένα δισεκατομμυριούχο δεν λέει τίποτα στις  μειονότητες όμως πολλά.
Το Ευαγγέλιο είναι αγάπη. Πόσο συγκλονιστικό είναι το να αγαπάς  τον εχθρό σου.Η ταπείνωση, η αγάπη, η πραότητα, η δυνατότητα να συμπονήσεις είναι δώρα Θεού. Αλλά απαιτούν ένα αγώνα ζωής. Δεν είναι εύκολο.
Ο εγωισμός όμως είναι το χειρότερο και για αυτό κανείς πρέπει να αγωνίζεται συνεχώς».
Με την υπενθύμιση του προσωπικού αγώνα που οφείλουμε όλοι να κάνουμε έκλεισε η συνέντευξη με τον Αντώνη Διαματάρη. Είχε πια νυχτώσει κι εκείνος έπρεπε να πάει πριν πετάξει για Αμερική στην άλλη άκρη του νησιού στο Κοντοπούλι να δει την κυρία Ουρανία, τη μητέρα του πολυαγαπημένου φίλου και συμμαθητή του πατέρα Φωτίου.
Ευαγγελία Χ.Λιάπη

Σχόλια

  1. Σπουδαία μορφή του ελληνισμού και της Λήμνου ο κ. Διαμαντάρης καθως και η δουλειά σας!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου